Urban - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Urban - translation to Αγγλικά

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Urban (disambiguation); URBAN

urban         
urban adj. городской; urban population - городское население
urban         

['ə:bən]

общая лексика

городской

прилагательное

общая лексика

городской

существительное

['ə:bən]

редкое выражение

городской житель

горожанин

Urban         

['ə:bən]

существительное

общая лексика

Эрбан

Урбан (мужское имя)

Ορισμός

Urban
·adj Of or belonging to a city or town; as, an urban population.
II. Urban ·adj Belonging to, or suiting, those living in a city; cultivated; polite; urbane; as, urban manners.

Βικιπαίδεια

Urban

Urban means "related to a city". In that sense, the term may refer to:

  • Urban area, geographical area distinct from rural areas
  • Urban culture, the culture of towns and cities

Urban may also refer to:

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για Urban
1. Urban planners set out to try to focus on a multicentered urban core after the widespread urban flight of the 1'50s.
2. WFP distributions in rural, urban and semi–urban areas were due to start this week.
3. Urban combat robot Another version, called the Toughbot, has been developed with urban combat in mind.
4. The opinion of urban Pakistanis are, predictably, opposed to the opinions of urban Indians.
5. Urban management The city‘s population growth is high, which pressurises the work of urban management.
Μετάφραση του &#39urban&#39 σε Ρωσικά